- προμετωπίδας
- προμετωπίςstar on the foreheadfem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αργυροφάλαρος — ἀργυροφάλαρος, ον (Α) (για άλογα) αυτός που έχει ασημένια διακόσμηση στα χάμουρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < άργυρος + φάλαρα (τα) «κοσμήματα της περικεφαλαίας ή της προμετωπίδας και του χαλινού των αλόγων»] … Dictionary of Greek
ευφάλαρος — εὐφάλαρος, ον (Α) 1. αυτός που έχει ωραία φάλαρα*, δηλ. κοσμήματα μετάλλινα τής περικεφαλαίας ή τής προμετωπίδας τών αλόγων 2. (κατά τον Ησύχ.) «εὐφάλαρα λαμπρά». [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + φάλαρα] … Dictionary of Greek
φάλαρα — Πόλη της αρχαίας θεσσαλικής Φθιώτιδας. Αν και πολλοί την τοποθετούν στη θέση της σημερινής Στυλίδας, οι περισσότεροι διαφωνούν, χωρίς ωστόσο να καθορίζουν την, κατά την αντίληψή τους, τοποθεσία της. * * * τα, ΝΜΑ, και σπάν. ενικ. τ. φάλαρον, τὸ,… … Dictionary of Greek
αρχέτυπα — Βιβλία που τυπώθηκαν στα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας έως και το 1501. Τα α. είναιδύο ειδών: ξυλογραφικά και τυπογραφικά. Τα πρώτα τυπώνονταν από ξύλινες πλάκες, πάνω στις οποίες χάραζαν τις λέξεις. Τα δεύτερα είχαν τυπογραφικά κινητά στοιχεία,… … Dictionary of Greek